Στις 8 Ιανουαρίου του 1906 η Ασπασία Δημητρίου Καραμπίνη τελευταία απόγονος της ομώνυμης οικογένειας των εύπορων εμπόρων, που είχαν εγκατασταθεί στη Ζάκυνθο από το 1813, προερχόμενοι από τους Καλαρρύτες της Ηπείρου και χήρα σε πρώτο γάμο του ευγενικής καταγωγής Ιωάννη Μερκάτη και σε δεύτερο του στρατιωτικού, βουλευτή Κερκύρας και κτηματία Ιωάννη Σέχου προαισθανόμενη το τέλος της, κάλεσε τον έγκριτο συμβολαιογράφο Νικόλαο Γιγάντε στο πολυτελέστατο σπίτι της στην οδό Δελάζαρη, της γειτονιάς του Αγίου Ιγνατίου της πόλεως, και του υπαγόρεψε την διαθήκη της:
«Το οίκημά μου ανώγειον εις το οποίον κατοικώ με το συνεχόμενον περιβόλιον, κείμενον εν τη οδώ αγίου Ιγνατίου της πόλεως ταύτης και την πλησίον εκκλησίαν τιμωμένην επ’ ονόματι του αγίου Ιγνατίου κληροδοτώ εις τον δήμον Ζακυνθίων όπως χρησιμεύη πάντοτε ως παρθεναγωγείον ήτοι δημοτικόν Σχολείον Θηλέων».
Δυο μέρες μετά την σύνταξη της διαθήκης της η Ασπασία Καραμπίνη πεθαίνει και οι στερνές της επιθυμίες και αποφάσεις δημοσιεύονται στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Ο Δήμος Ζακυνθίων πραγματοποιεί αρχικά την επιθυμία της και στο τεράστιο σπίτι της λειτουργεί σχολείο θηλέων. Πολύ σύντομα όμως τα δημοτικά σχολεία γίνονται μικτά και στο πλουσιόσπιτο της μακαρίτισσας στεγάζεται το 1ο Δημοτικό μικτό Σχολείο της πόλης της Ζακύνθου, που ονομάζεται «Καραμπίνειον», αλλά δεν είναι «Παρθεναγωγείον», όπως η ίδια ζητούσε.
Είκοσι χρόνια αργότερα στις 21 Απριλίου 1926, το κληροδότημα της μακαρίτισσας περιέρχεται στο Ταμείο της Εκπαιδευτικής Προνοίας Ζακύνθου και κατόπιν στην ανάλογη Εφορεία του 1ου Δημοτικού Σχολείου. Βέβαια συνεχίζεται να ονομάζεται «Καραμπίνειο».
Τέλος, δυνάμει του Αναγκαστικού Νόμου υπ’ αριθμόν 1475 του 1983 ενεκρίθη η από 7 Οκτωβρίου 1938 σύμβασις συναφθείσα μεταξύ του Υπουργού Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως αφ’ ενός και Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας αφ’ ετέρου» με την οποία το οικόπεδο του Καραμπίνειου «τριών χιλιάδων εννέα οκτακοσίων είκοσι οκτώ» τετραγωνικών μέτρων «και ογδοήκοντα εκατοστών»
ανταλλάχθηκε με το οικόπεδο που βρίσκεται το Νοσοκομείο Ζακύνθου, που έχει συνολική έκταση «δύο χιλιάδες τριάκοντα εννέα» τετραγωνικών μέτρων «και δέκα εξ εκατοστών».