Ο Νικόλαος Γεωργίου Κουτούζης (1741-1813) ήταν ιερέας, ζωγράφος και σατιρικός ποιητής. Γιος του εμποροπλοιάρχου Γεωργίου και της Μαρίας Ν. Μαρούδη ή Μαρούλη. Χαρακτήρας δύσκολος και ασυμβίβαστος ο Κουτούζης γρήγορα κίνησε έχθρες εναντίον του, μια από τις οποίες του στοίχισε, ένα τραύμα στο πρόσωπο. Από τη φύση του περήφανος και μη βρίσκοντας άλλο τρόπο για να καλύψει τη ντροπή άφησε γένια κι έγινε παπάς. Μετά απ’ αυτά τα γεγονότα, κατά τους βιογράφους του πάντα, έφυγε στη Βενετία και μαθήτευσε στο εργαστήρι του Τιέπολο όπου και μελέτησε συστηματικά τα έργα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης. Ο ιδιότυπος χαρακτήρας και το κριτικό πνεύμα του εκφράστηκε μέσα από τη σάτιρα που ανέπτυξε, τόσο στην ποίηση όσο και στα ρεαλιστικά πορτραίτα του. Γύρισε στη Ζάκυνθο, όπου με τον ελεύθερο τρόπο ζωής και την επίδοσή του στη σάτιρα δημιούργησε διάφορα σκάνδαλα, ενώ σα ζωγράφος αναδείχτηκε ως η σημαντικότερη φυσιογνωμία του εφτανησιώτικου χώρου της εποχής του.
Το πόσο σημαντική μορφή υπήρξε ο Κουτούζης για την εποχή του, φαίνεται και από το γεγονός ότι ο Διονύσιος Σολωμός τον αναδεικνύει ως ήρωα, αφού ο ίσκιος του, νεκρός πια, έρχεται να ταράξει τα νερά της ζακυνθινής κοινωνίας, όπως ακριβώς έπραττε με τον σατυρικό του λόγο εν ζωή. Στο ποίημά του με τίτλο «Εις το Θάνατο του Ιωάννη Μαρτινέγγου» (γνωστότερο ως «Όνειρο») γραμμένο στα 1826, παρουσιάζεται η προσωπική έχθρα που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον Ιωάννη Μαρτινέγκο και στον Κουτούζη και η οποία στοίχισε στον δεύτερο τουλάχιστον μια ουλή στο λαιμό. Στο Μουσείο Ζακύνθου υπάρχει αίθουσα αφιερωμένη στον Ν. Κουτούζη και στον Ν. Καντούνη.
Για τον Κουτούζη η προσωπογραφία
- · δεν είναι πιστή απεικόνιση των εξωτερικών χαρακτηριστικών αλλά, ψυχολογική ανάλυση του ανθρώπου που αντικρίζει.
- · Η ερμηνεία του καθορίζεται συχνά από την προσωπική προδιάθεση και δεν είναι πάντα αμερόληπτη. Τίποτα σ’ αυτόν δε μένει ασχολίαστο. Όπως με το γραπτό λόγο καυτηριάζει αδυσώπητα μια κοινωνία που κινείται μέσα στις καταχρήσεις και στην αυθαιρεσία, άλλο τόσο οι προσωπογραφίες του απεικονίζουν δηκτικά τα άτοπα της ίδιας αυτής κοινωνίας, μας παρουσιάζουν γυμνά τα ελαττώματά της, τονίζουν με σαρκασμό τις αδυναμίες της.
- · Δουλεύει με σίγουρη, νευρική πινελιά
- · Σχεδιάζει με ηδονική επιμονή τα περιγράμματα
- · Αποφεύγει τα μαλακά ευαίσθητα περάσματα
- · Τονίζει απότομα τις αντιθέσεις ανάμεσα στα σκοτεινά και στα φωτισμένα σημεία του προσώπου, προσδίδοντας έτσι πολλές φορές στη δουλειά του κάποια ακαμψία και σκληρότητα.
- · τα φόντα είναι σχεδόν πάντα μονόχρωμα