Γεννήθηκε στις 10 Αυγούστου του 1853. Ο θάνατος του πατέρα του, όταν ο Τσακασιάνος ήταν εφτά χρόνων, τον ανάγκασε να πάει στο κουρείο του θείου του για να μάθει την «τέχνη». Σε παιδική ηλικία κατασκεύασε το πρώτο δικό του θεατράκι, το οποίο μετέφερε ύστερα σ’ ένα δωμάτιο του σπιτιού του Κόντε Κομούτου. Παράλληλα στο κουρείο του γκρινιάρη θείου έπαιρνε μαθήματα κιθάρας από τον Κόντε Καπνίση. Με τη μεγάλη του προσπάθεια, κατόρθωσε σε ηλικία 18 χρόνων να έχει αποκτήσει εγκυκλοπαιδική μόρφωση, να γνωρίζει έργα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, και να μιλάει γαλλικά, ιταλικά και λίγα αγγλικά, ενώ ήταν και άριστος μουσικός, συνθέτοντας μάλιστα θαυμάσιες μελωδίες πάνω στην κιθάρα του. Από το 1874 μέχρι το 1878, εξέδωσε το περιοδικό «Ποιητικός Ανθών». Σε αυτόν οφείλεται η λέξη «κωμειδύλλιον» και εφημερίδες («Βελζεβούλ»,«Ήλιος», «Καθρέπτης»). Το 1879 εξέδωσε τη συλλογή ποιημάτων «Φιλιά και κλάμματα». Το ποίημα όμως που τον έκανε να εκτιμηθεί ακόμα περισσότερο από τους συμπατριώτες του ήταν ο «Ζακυνθινός Σπουργίτης», που αυτοσχεδίασε και δημοσίευσε στα 1884 και έκτοτε αναδημοσιεύτηκε αναρίθμητες φορές. Ενδιαφέρον προκαλεί η αλληλογραφία του Τσακασιάνου με τον Γάλλο Νεοελληνιστή Ém. Legrand, ο οποίος τον ενθάρρυνε να γράψει την «Αυτοβιογραφία» του. Έμεινε γνωστός σαν «Σπουργίτης» από τη σειρά ποιημάτων του με αυτό τον τίτλο. Πέθανε στο Ναύπλιο το 1908. Ο Διονύσιος Ρώμας τον κάνει πρωταγωνιστή στο έργο του «Ζακυνθινή Σερενάτα».